- αγρώστι
- τοη άγρωστη*.[ΕΤΥΜΟΛ. < ουσ. άγρωστι < αρχ. ουσ. ἄγρωστις].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
άγρωστη — η και αγρώστι και άγρωστος η άγρωστις* (Ι) … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek